Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2008




Ακόμα ένα κρεμαστό χαμόγελο. Σε μια εικαστική πάλη να σε φτιάξω πίνακα χαράς. Δε φτάνει η παλέτα μου κι η έμπνευση θέλει την πνοή σου. Δάκρυά σου πάλι με κοιτάζουν. Ταξίδια εντός μου, γεννούν. Μη σου πω και εκτός, χωρίς τη συνήθη επιστροφή, μακρινά. Με τέτοια διάθεση κράτησα το τιμόνι. Σε μια παράλληλη της ζωής διαδρομή. Με κατεύθυνση αντίθετη. Έρχεται ο καιρός αυτό νιώθω. Όταν σεργιανά η λογική σε συναισθήματα, μας κυκλώνουν σύνδρομα με περίεργα ονόματα. Αγκάλιασε τη στιγμή και γέμισε στην απλή ευτυχία της. Ανέβα τρεις ορόφους και άλλαξε διάθεση. Χόρτασε ορίζοντα και γέμισε όνειρα. Δέξου την ευλογία απλά. Και μην ξεχνάς πως τυχαία δε γίνεται τίποτα. Κοίτα με! Δε χωρώ να σε κοιτώ έτσι, όπως δε σε ξέρω! Κλείδωσε τον πανικό στο αίθριο, να χαζεύει καράβια. Κι άνοιξέ του, όταν θα μπορεί να απολαύσει τον καφέ χαλαρά και ευγνώμονα, σε σπίτι γεμάτο πνοές, γέλια και σκανδαλιές και μνήμες ολοζώντανες… Είμαστε… Κι αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο της Ζωής. Ακούμπησες σε κόσμους την καρδιά και πίσω αιώνιο γυρνάει. Κι όλο γεννά, καρδιά που δεν τελειώνει!
Σιωπώ, γιατί με ξεγελά, aυτή η see through δυσθεώρητη διάσταση. Ντύνει όσα γύρω κοιτώ, στολίζει, όσα δε δύναμαι να βλέπω. Εντός γεννά ανατολές και κόσμους φωτίζει αδιαλείπτως. Δυνάμεις ενεργεί στα πρόσωπα, καρδιές γεμίζει ουρανούς και μάτια λάμπουν ήλιους. Απλώνω χέρια ίριδας, τόξο ουράνιο φιλίας. Στα γόνατα αφήνω τη Ζωή, το Θαύμα της Αγάπης... Συ μοι έδωκας...